Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

ΜΕΣ ΣΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΜΟΥ...

Το σ'αγαπώ που δεν είπες όταν έπρεπε, 
Το σ'αγαπώ που δεν είπα από ντροπή και περηφάνια, 
Και πήραμε άλλους δρόμους,
Φιλούσα τον άντρα που παντρεύτηκα,
Έκλεινα τα μάτια,
Και ονειρευούμουνα ότι φιλούσα τα δικά σου χείλη,
Εσύ με σκεφτόσουν;
Μη μου πεις,
Δεν έχει πια σημασία...

ΝΙΚΗΘΗΚΑΜΕ!!!

(Δε ξέρω ποιος το έγραψε)

Το είπε η ηθοποιός Έρση Μαλικένζου στο παρακάτω Video-clip:

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΠΙΘΥΜΙΑ

Τον είχανε φέρει σε κώμμα,μετά απο ένα σοβαρό τροχαίο,..μόλις που υπήρχε σφυγμός.Σ εκείνο το παγερό δωμάτιο που το στοίχειωναν κάθε λογής μηχανήματα,μόνο ένας ήχος διακεκομένος έδειχνε πως ακόμα ήτανε στη ζωή.Εξω απ την εντατική οι στενοί του συγγενείς περίμεναν με αγωνία τα νέα απ τον γιατρό.

Εκείνος μπήκε στο δωμάτιο ,όπως έκανε ατέλειωτες φορές ,ρίχνοντας μια προσεκτική ματιά στο διάγραμμα που υπήρχε στα πόδια του κρεβατιού,δηλαδή την πορεία της καταστασής του.
Σαν σε όνειρο ο νεκροζώντανος αναγνώρισε την μορφή που στεκόταν δίπλα του."΄γιατί εισαι δώ?" τον ρώτησε με μισόκλειστα τα χείλη."ήλθα για σένα φίλε σήμερα,αποκλειστικά για σένα "αποκρίθηκε χαμογελώντας στον ξαπλωμένο άντρα."δηλαδή είσαι εκείνος πού.." Ο γιατρός τότε έβγαλε την ιατρική ποδιά του και φάνηκε το υπέροχο λευκό του κουστούμι που έκανε τον χώρο να φωτιστεί απο ένα εξώκοσμο φώς."ναί είμαι ο ψυχοπομπός άνθρωπε αλλά μή φοβάσαι, θα γίνουν όλα όπως πρέπει"
"όπως πρέπει?" ρώτησε ο ακίνητος άντρας.
"Μη σκιάζεσαι,δεν θα σε πάρω μαζί μου ,αν πρώτα δεν εκτελέσω μια τελευταία επιθυμία σου,όποια και νάναι αυτή ",ψιθύρισε  ο ψυχοπομπός."Ε τότε ας βιαστούμε" απάντησε εκείνος με μισόκλειστα τα μάτια.
"σ ακούω λοιπόν,τί θα ήθελες να νοιώσεις απο τουτο τον υλικό κόσμο,που δεν ενοιωσες μια ολάκερη ζωή και που φεύγοντας θα έμενες με το παράπονο?
"Ο μικρός ήχος στο μηχάνημα άρχισε να γίνεται πιό έντονος αλλά διακεκομένος,που σήμαινε ότι υπήρχε μια εσωτερική διεργασία ξέχωρη εκείνη την στιγμή,μιά μεγάλη συγκίνηση.

"θέλω να νοιώσω για λίγο πλούσιος,γίνεται?",τον ρώτησε με σβησμένη τη φωνή,"μόνο για λίγα λεπτά της ώρας"."Μα και φυσικά γίνεται φίλε μου,πές μου λοιπόν τι ακριβώς επιθυμείς,για να το πραγματοποιήσω"."θέλω σπίτια,κότερα,γυναίκες,ακριβά αυτοκίνητα,λεφτά..πολλά λεφτά,θέλω δόξα,τιμές,θέλω τα πάντα !".
Τότε με μια κίνηση των χεριών του ψυχοπομπού, η εικόνα άλλαξε και τη θέση του δωματιου της εντατικής πήρε μια πανακριβη σουίτα σ ενα πολυτελέστατο.Απ έξω λαχταριστά γυναικία κορμιά λιαζόντουσαν ανέμελα,ενώ ο μπάτης δημιουργούσε τις προυποθέσεις για έρωτα."μη σε νοιάζει είμαι δίπλα σου,αν θέλεις μπορείς να τις πάρεις όλες"."όλες"?ψέλλισε εκεινος.
"μα φρόντισα να έχεις συνεχή στύση ,έλα απόλαυσε τον έρωτα".Εκείνος τότε δεν έχασε χρόνο και μ ενα ποτήρι ουίσκυ στο χέρι οδήγησε μια δίμετρη κουκλάρα στην κρεβατοκαμαρά του.
"ουφ βαρέθηκα,έχω πάει με δώδεκα μέχρι στιγμής,καταντάει ρουτίνα ψυχοπομπέ"είπε μετα απο μισής μέρας ερωτική πανδαισία.
Στο πρώτο λιμάνι βγήκε έξω και έσπευσε με την τεράστια λιμουζίνα του πρός το καζίνο.Επαιξε μέχρι το πρωί αδειάζοντας τα ταμεία του."λεφτά,πολλά λεφτά,τί ευτυχία δεν τα χορταίνω φίλε".Ο ψυχοπομπός στη θέση του σωφέρ του χαμογέλασε με κατανόηση κατω απ το κασκέτο του λεγοντάς του."που θέλεις να πάμε τωρα φίλε,ακούω προορισμό"."θέλω να πεταχτούμε μέχρι τίς επιχειρήσεις μου,να δώ αν ειναι αποδοτικοί οι υπάλληλοι"."ειδοποίησα ήδη το λίαρ τζετ σας,μας περιμένουνε στο αεροδρόμιο",του αποκρίθηκε εκείνος.

Ενα κόκκινο χαλί στρωμένο μπροστά απο την πόρτα του αεροπλάνου,έδινε το στίγμα της δόξας και του πλούτου του κατόχου του.Υποκλίσεις πιλότων και συνοδών και το καθιερωμένο ντριγκ εν πτήσει. Επι τέλους,προσγείωση και ακολούθως άφιξη μετα παιάνων και χειροκροτηματων στο τεράστιο συγκρότημα των ναυπηγίων του,μιά απο τις δεκάδες επιχειρήσεις που είχε στην κατοχή του.
Διευθυντές,γραμματείς και άλλα στελέχη με υπόκλιση τον καλωσόριζαν,οδηγώντας τον προς την μεγάλη αίθουσα του συμβουλίου για γεύμα εργασίας.Κάθισε πρώτος στο μεγάλο τραπέζι και ακολούθησαν οι υπόλοιποι. Δίπλα του όρθιος ο ψυχοπομπός,κοιτούσε συνεχώς το ρολόι του."Γιατί κοιτάς το ρολόι σου φίλε,κάτσε κοντά μου,έχουμε ακόμα καιρό".Εκείνος τοτε του έκανε νόημα να τον ακολουθήσει εσπευσμένα για λίγο έξω απο την αίθουσα."τί τρέχει,γιατι με σήκωσες απ το τραπέζι"?"πρέπει να φεύγουμε, έχεις αυτή την στιγμή μια επιπλοκή.."."Μα δεν πρόλαβα να γνωρίσω τους συνεργάτες μου,τους φίλους μου,τους ανθρώπους που με αγαπάνε,δεν είναι άδικο?"
Ο ψυχοπομπός τότε τον τράβηξε σχεδόν βίαια από το πέτο λέγοντας του αυστηρά,
«αυτοί που σ αγαπάνε δεν βρίσκονται μέσα σε τούτα τα παλάτια ανθρωπάκο .Εδώ μέσα βρίσκεται η υποκρισία ,το συμφέρον  και η κολακεία.Εκείνοι που πραγματικά σ' αγαπάνε ,βρίσκοντα έξω απ την εντατική και δεν περιμένουνε να πεθάνεις για να σε κληρονομήσουν,αφού έτσι και αλλιώς δεν έχεις τίποτα υλικό να τους προσφέρεις"."Γιά πές μου ψυχοπομπέ,δεν υπαρχουνε πλούσιοι που να τους αγαπάνε?""."Μα και βέβαια υπάρχουνε, αλλά είναι πολύ λίγοι,..είναι εκείνοι, που μου ζήτησαν σαν τελευταία τους επιθυμία να νοιώσουνε..φτωχοί.

Μάριος Ζαμπίκος (Μαράκος)